Στην Ελλάδα, είχαμε συνηθίσει στα εύκολα. Στα εύκολα λεφτά, στις εύκολες κρίσεις, στην εύκολη απόρριψη. Ποτέ δε μπορέσαμε να τολμήσουμε τον ορθολογισμό, ποτέ δε δώσαμε ευκαιρία στην ανεκτικότητα. Όταν ήρθαν τα δύσκολα λοιπόν, “οι πολιτικοί τα έφαγαν και έπρεπε να ξεκουμπιστούν”, ενώ οι επιχειρηματίες που δε μπόρεσαν να κρατήσουν ανοιχτά τα μαγαζιά τους “βούλιαξαν τη χώρα στην ανεργία”. Μέτρο ουδέν. Όπως και κανένας δισταγμός να καταφύγουμε στα άκρα. Στη βία και τη μισαλλοδοξία εναντίον όσων θέλησαν να υπερασπιστούν την πορεία τους ή τόλμησαν να μη συμφωνήσουν με τον όχλο. Με απλά λόγια, η κοινωνία μας παρουσίασε ένα βαθύ έλλειμμα φιλελεύθερων αξιών και ενέδωσε σε ένα αριστερίζων λαϊκισμό με αρκετά σοβινιστικά χαρακτηριστικά.
Στα πέντε χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από τα ξέσπασμα της κρίσης, αναδείχθηκε η κατάρρευση των αξιών του μεταπολιτευτικού λαϊκισμού και του κρατισμού. Η κοινωνία βίωσε τις συνέπειες αυτής της κατάρρευσης και δοκιμάστηκαν οι αντοχές της. Μέσα από αυτή την κατάσταση, η ανάγκη να ξαναδούμε τις φιλελεύθερες αξίες να ανθίζουν και να διευρύνουν την επιρροή τους είναι επιτακτική ανάγκη.
Στις μέρες μας, που η οικονομία σταθεροποιείται, μπαίνει σταδιακά φρένο στην ανεργία και το πολιτικό σύστημα προσπαθεί να βρει την ταυτότητα του, είναι αναγκαίο να ξαναδούμε με νηφάλια και ψύχραιμη ματιά, τι δεν πήγε καλά. Η ελληνική κοινωνία δεν είχε απλώς εθιστεί στις κραυγές και το λαϊκισμό. Εδώ και περισσότερα από 30 χρόνια, διαμορφώθηκε μια κουλτούρα, που όχι μόνο οδήγησε το πολιτικό σύστημα στις λάθος αποφάσεις, τις λάθος στιγμές, αλλά επιπλέον συνέβαλε στο να τυφλωθεί η ελληνική κοινωνία και να μην αντιληφθεί ποιοι ήταν οι δρόμοι προς το πραγματικό της συμφέρον.
Όμως, είναι η ελληνική κοινωνία, μία κοινωνία των άκρων; Είναι τα χαρακτηριστικά της βουτηγμένα στο φανατισμό και τις αντιδημοκρατικές πρακτικές ή απλά ενέδωσε σ’ αυτά επειδή οι φιλελεύθερες αξίες δεν αναπτύχθηκαν επαρκώς και τα ιδανικά του φιλελευθερισμού δεν επηρέασαν στο βαθμό που θα έπρεπε τους θεσμούς, την κοινωνία και τα άτομα; Το ερώτημα αυτό για μένα είναι κρίσιμο και δεν κρύβω πως τοποθετούμαι ανάμεσα σε εκείνους που υποστηρίζουν πως η ελληνική κοινωνία και οι θεσμοί τους έχουν έλλειμμα φιλελεύθερων αξιών, διότι ο φιλελευθερισμός δεν τους έγινε ποτέ γνωστός σε όλες του τις διαστάσεις, εξ’ αιτίας των ενοχικών συνδρόμων με τα οποία δηλητηριάστηκε η κεντροδεξιά τις τελευταίες δεκαετίες από τους αντιπάλους της. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, πως παρατηρείται τεράστιο κενό στην ελληνική φιλελεύθερη βιβλιογραφία, ενώ οι σύγχρονοι θεωρητικοί της προσέγγισης είναι ελάχιστα γνωστοί στην κοινωνία μας. Μπορούμε να πούμε λοιπόν, πως δίχως να έχουν άλλη επιλογή, οι πολίτες είχαν εγκλωβιστεί στο αδιέξοδο των σοσιαλιστικών ιδεών, τις οποίες η δυτική Ευρώπη είχε υπερβεί προ πολλού.
Όπως όλα τα μειονεκτήματα όμως, αυτό μπορεί να μετατραπεί σε ένα άκρως ισχυρό πλεονέκτημα. Αντιλαμβανόμενη, η σημερινή κοινωνία την αποτυχία του μοντέλου το οποίο βιώσαμε, είναι καιρός να γνωρίσει τις φιλελεύθερες αξίες. Να τις κάνει όπλα ενάντια στους τελευταίους υπερασπιστές του μαύρου παρελθόντος που μας χρεοκόπησε και τα τελευταία χρόνια έφερε τους πολίτες τον ένα απέναντι στον άλλο. Είναι ανάγκη λοιπόν, να εμποτιστεί η σημερινή κοινωνία με τις ιδέες της ανεκτικότητας, του ορθού λόγου, της εξέλιξης και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Αν αναζητήσουμε συνεπώς τις οδούς μέσα από τις οποίες ο φιλελευθερισμός μπορεί να ενισχύσει τις σχέσεις του με το μέσο πολίτη, τότε καταλήγουμε σε δύο επίκαιρες διαστάσεις του φαινομένου, που μπορούν να επιτρέψουν την επανασύνδεση των φιλελεύθερων αξιών με την ελληνική κοινωνία και ειδικότερα με τους νέους ανθρώπους. Αυτή της επιχειρηματικότητας και του κράτους δικαίου.
Σήμερα, με την ανεργία στην ηλικιακή ομάδα 18-32 να είναι η υψηλότερη στην Ε.Ε. και τους Έλληνες μεταξύ των πλέον καταρτισμένων Ευρωπαίων νέων, η επιχειρηματικότητα και η εξωστρέφεια φαντάζουν οι ορθότερες επιλογές. Απέναντι στον κρατισμό που μας χρεοκόπησε τόσο οικονομικά, όσο και κοινωνικά, είναι καιρός να γνωρίσουν και να αντιπαραβάλουν οι νέοι άνθρωποι τα φιλελεύθερα ιδανικά. Να απενοχοποιήσουν την επιχειρηματικότητα και να κάνουν «της μόδας» αυτό που σήμερα παρουσιάζεται ως «πρότυπο». Πρέπει να γίνει συνείδηση της επόμενης γενιάς που θα βγει στην παραγωγή πως το να επενδύει κανείς στις ιδέες του και να τολμά να βγει στις αγορά με δικές του δυνάμεις, δεν είναι ουτοπία. Όπου δεν υπάρχει δρόμος άλλωστε, χρειάζεται απλά κάποιος να τον δημιουργήσει, από το οποίο συνάγουμε πως αν το σημερινό εργασιακό περιβάλλον δε μας κάνει, πρέπει να το αλλάξουμε. Να διεκδικήσουμε τις δικές μας ευκαιρίες στην αγορά εργασίας, απαλλασσόμενοι μία και καλή από την αναζήτηση μιας ευκαιρίας για να μπούμε στο Δημόσιο. Την ουσιαστική ανάπτυξη λοιπόν, δε θα τη φέρουν μόνο οι μεγάλες βιομηχανίες και τα ξένα κεφάλαια. Θα τη φέρουμε εμείς βασιζόμενοι στον ανταγωνισμό, την ελευθερία της αγοράς και τη δύναμη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που σχεδόν είχε «δαιμονοποιηθεί» στη χώρα μας.
Συνεχίζοντας, η δεύτερη συνισταμένη, στην οποία φιλελευθερισμός και ελληνική κοινωνία μπορούν να συναντηθούν, αφορά την οριστική εγκατάλειψη της ανοχής σε οποιαδήποτε μορφή βίας, ανομίας και της ισοπέδωσης. Όσα ζήσαμε τα τελευταία χρόνια δεν είχαν προηγούμενο. Όποιος προσπαθούσε να αρθρώσει λογική και να υπενθυμίσει τις βασικές αξίες της ανεκτικότητας και της μετριοπάθειας, ήταν στόχος. Στιγμές ακραίες, που όμοιες τους δεν είχαμε συναντήσει στην πρόσφατη ελληνική Ιστορία και οι οποίες προκάλεσαν τα αντανακλαστικά της Δικαιοσύνης. Αυτό όμως επιτάσσει, πως πρωτίστως η νεολαία αλλά γενικότερα η κοινωνία ως σύνολο, οφείλει να συναντηθεί το συντομότερο με τις αξίες του φιλελευθερισμού. Με τη «μήτρα που γέννησε το κράτος δικαίου, τα ατομικά δικαιώματα, την ελευθερία και την ισότητα». Διότι η βία των άκρων, όπως αυτή που βιώσαμε, δεν έχει ρίζες στον ελληνικό πολιτισμό. Απλά βρήκε χώρο να αναπτυχθεί λόγω της οικονομικής κρίσης και των ελλιπών αντανακλαστικών από εκείνους που συμβιβάστηκαν με την ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς.
Όσο λοιπόν και αν φαντάζει αδιανόητο, τα άκρα συναντήθηκαν εκεί που ξεκινά η ανομία. Η ασυλία που απολάμβανε επί χρόνια ο αριστερός πόλος της βίας προλείανε το έδαφος και για την αυταρχική, ακροδεξιά εκδοχή της. Όμως το ζήτημα είναι να δημιουργήσουμε μία νέα κανονικότητα που θα σέβεται τα δικαιώματα των ανθρώπων, θα έχει θεμέλιο της το κράτος δικαίου και θα θεωρεί την ισονομία αυτονόητη πραγματικότητα. Μπορεί βέβαια σήμερα να φαντάζουν όλα αυτά τόσο θεωρητικά, ωστόσο κανείς δεν περίμενε πριν λίγα χρόνια πως θα χρειαζόταν να ανατρέξουμε σε ιστορικά παραδείγματα, όπως αυτό της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, για να αναζητήσουμε ομοιότητες με την πραγματικότητα που βιώνουμε.
Πρέπει λοιπόν να εμποτίσουμε με τα φιλελεύθερα ιδανικά τη γενιά που έρχεται για να χτίσει την Ελλάδα της νέας εποχής. Να δώσουμε στους νέους ανθρώπους να αντιληφθούν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο πως η κοινωνία μας, δεν πρόκειται να προχωρήσει όσο ανέχεται τη βία, με οποιοδήποτε ιδεολογικό μανδύα και αν αυτή προωθείται. Η εξέλιξη, είναι αυτή που θα τη βγάλει από το αδιέξοδο και οι μεταρρυθμίσεις εκείνες που θα φέρουν το αποτέλεσμα που δεν έφερε η πολυθρύλητη «επανάσταση».
Συνεπώς, εδώ που φτάσαμε δε χρειάζεται να πούμε πολλά ή να πείσουμε τεχνηέντως για την υπεροχή των ιδεών μας. Αρκεί να αντιπαραβάλλουμε την ανεκτικότητα με τη σκοταδιστική εικόνα του φανατισμού, της μισαλλοδοξίας και του άκρατου λαϊκισμού. Την εικόνα του παραγωγικού και τεκμηριωμένου πολιτικού λόγου, απέναντι σ’ εκείνους που υπόσχονται τα πάντα σε όλους. Διότι, οι σημερινοί πολίτες δε γεννήθηκαν οπαδοί του ολοκληρωτισμού ή της ταξικής βίας. Απλά ενέδωσαν στην ιδεολογική ύπνωση που τους επέβαλαν τα στερεότυπα της εποχής.
Πρέπει λοιπόν, να γίνει ξεκάθαρο. Οι συνομήλικοι μου δεν απέρριψαν ποτέ το φιλελευθερισμό, διότι στην πραγματική του διάσταση δεν τον γνώρισαν ποτέ. Ούτε στα σχολεία, ούτε στα αμφιθέατρα, ούτε στην κοινωνία. Όμως, έφθασε η ώρα που οι φιλελεύθερες αξίες δεν αποτελούν απλά μόνο μία επιλογή ή μια γενικότερη στάση ζωής. Σήμερα, τα μηνύματα που εκπέμπουν οι ιδέες του φιλελευθερισμού, είναι η ρεαλιστικότερη ελπίδα, προκειμένου να μετεξελιχθούμε στο πρότυπο των δυτικών κοινωνιών• των ευκαιριών και της νομιμότητας. Αυτό είναι το πνεύμα άλλωστε, που πρέπει να διέπει και την ευρύτερη Κεντροδεξιά τα επόμενα χρόνια, διότι μόνο έτσι θα μπορέσει να συμβάλει ουσιαστικά στην ικανοποίηση του εθνικού συμφέροντος της εποχής μας. Τις μεταρρυθμίσεις.
* Άρθρο μου στην τριμηνιαία επιθεώρηση του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής “Φιλελεύθερη Έμφαση”
Θα παλέψω δυναμικά ώστε η Θεσσαλονίκη να αποκτήσει αναπτυξιακή ταυτότητα.
Η ανάπτυξη είναι σημαντική όταν κατανέμεται όσο το δυνατόν δικαιότερα προς όλους
Copyright © 2013