* Άρθρο μου στην Καθημερινή
Στις 5 Μαΐου συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από τις κομβικές εθνικές εκλογές του 2012. Η χώρα βρίσκονταν τότε στο χείλος του γκρεμού, και με την απειλή της εξόδου να επικρέμεται. Η οικονομική κατάρρευση και η κοινωνική τραγωδία ήταν προ των πυλών.
Έκτοτε, άλλαξαν πολλά. Η χώρα απέφυγε τη χρεοκοπία, εισήλθε σε τροχιά δημοσιονομικής προσαρμογής και αναπτυξιακής προοπτικής.
Τα οικονομικά στοιχεία από την αρχή του χρόνου αλλά και η προσωπική εμπειρία όλων μας, δείχνουν πως κάτι αλλάζει. Μπορεί αυτό να μην έχει γίνει ακόμα απόλυτα αντιληπτό στην καθημερινότητα. Ωστόσο γίνεται νομίζω κατανοητό πως κερδίσαμε το δικαίωμα να κρατάμε την τύχη μας στα χέρια μας. Το χρονικό σημείο λοιπόν για τη χώρα, είναι κομβικό. Μπροστά στην πρόκληση των ευρωεκλογών πρέπει να αποφασίσουμε. Έχουμε το δικαίωμα να επιστρέψουμε στην ψυχολογία και τη συμπεριφορά που είχαμε προ του 2012; Να συνεχίσουμε να αναπαράγουμε τις κραυγές για “κοινωνικά” ελλείμματα; Να συνεχίσουμε να είμαστε εθισμένοι στις αλόγιστες δημόσιες δαπάνες και εν τέλει σε όλα αυτά που συντηρούν κάποιοι στη ρητορική τους προκειμένου να εξαπατούν με υποσχέσεις;
Είναι αδιανόητο, την ώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση ορθά αποφασίζει και προωθεί τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς στα κράτη μέλη της, εμείς να συντηρούμε την παροχολογία και τις υποσχέσεις για αμέτρητες προσλήψεις στο Δημόσιο. Αυτά ανήκουν στο φαύλο κύκλο που μας έφερε ως εδώ, ανήκουν στο χθες.
Δυστυχώς, υπάρχουν ακόμα φωνές, όπως αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, που συντηρούν αβεβαιότητα για το μέλλον. Οι θέσεις τους αποτελούν μια θολή εικόνα: θολή εικόνα ως προς την οικονομία, τα εθνικά θέματα, την κατεύθυνση της χώρας. Πρόκειται περί παντελούς έλλειψης οποιασδήποτε ιδέας συντεταγμένης πορείας. Καμία ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση για το μέλλον. Ουσιαστικά διαπιστώνεται απουσία πολιτικής πρότασης που να αφορά τις επόμενες γενιές.
Στη φιλελεύθερη δημοκρατία, οι διαφορετικές επιλογές είναι βέβαια πλούτος. Είναι θεμιτό βέβαια να έχεις διαφορετική οπτική για τα πράγματα, όμως είναι ανήθικο να υπόσχεσαι και να παραπλανείς. Το “με όλους και με όλα”, έχει πλέον πεθάνει. Είναι εθνικά επικίνδυνο.
Έχουμε υποχρέωση απέναντι στις θυσίες των Ελλήνων να δημιουργήσουμε ένα στέρεο πλαίσιο πορείας προς τα εμπρός. Η χώρα δε μπορεί να γυρίσει ξανά πίσω. Το κεφάλαιο αυτό έχει κλείσει. Με βασικούς πυλώνες την οικονομία και τη θωράκιση των θεσμών, είναι υποχρέωση μας να προχωρήσουμε. Η Ελλάδα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και όχι πολιτικές δίχως αντίκρισμα. Χρειάζεται δουλειά και όχι λόγια του αέρα. Υπευθυνότητα και όχι λαϊκισμό. Συνέχιση της υπεύθυνης και ελπιδοφόρας πορείας στην οικονομία, έμφαση στην παραγωγή και ορθολογικές δημόσιες επιλογές.
Αν λοιπόν η οικονομία ήταν ο πρωταρχικός πυλώνας των πολιτικών μας για τα δύο προηγούμενα χρόνια, τώρα που οι συνθήκες το επιτρέπουν, οφείλουμε να δώσουμε έμφαση και στο δεύτερο πυλώνα. Αυτόν της ανάκτησης του κύρους του πολιτικού συστήματος και του απεγκλωβισμού από στερεότυπα που μας κατέστρεψαν. Ο Αντώνης Σαμαράς έθεσε το στόχο. Η επόμενη συνταγματική αναθεώρηση αποτελεί μοναδική ευκαιρία προκειμένου να δημιουργήσουμε μία σύγχρονη πολιτεία, που δε θα αφήνει κανένα περιθώριο για όλα όσα συνέβαλαν στην κρίση, προκάλεσαν τους πολίτες και γιγάντωσαν τα άκρα. Πλάι στις πολιτικές για την οικονομία και την απασχόληση λοιπόν, έχουν εξίσου σημαντική θέση, οι 30 προτάσεις που έθεσε στο δημόσιο διάλογο η Νέα Δημοκρατία. Προτάσεις, οι οποίες στο σύνολο τους βασίζονται στην αρχή της κοινής, για τον υπόλοιπο κόσμο, λογικής.
Η νέα Ελλάδα που με σταθερά βήματα δημιουργούμε, έχει ανάγκη από πολιτικό προσωπικό που δε θα κρύβεται, θα λέει αλήθειες και κυρίως θα εξηγεί στον κόσμο τι συμβαίνει. Από πολιτικούς με νοοτροπία δημιουργίας και όχι κατεδάφισης. Από πολιτικούς που δε θα τρέμουν την ευθύνη, αλλά αντίθετα θα επενδύουν την αξιοπιστία τους πάνω σ’ αυτή.