Παρακολουθούσα πριν λίγες μέρες μία έρευνα μέτρησης κοινής γνώμης, στην οποία το ερώτημα «τι περιμένετε από το μέλλον της Ελλάδας», γνώριζε σχεδόν μία και μοναδική απάντηση. Το «τίποτα», που στις ηλικίες 18-34 σάρωνε, δείγμα της μιζέριας στην οποία έχει βυθιστεί γενικότερα η νέα γενιά. Το χειρότερο βέβαια, δεν είναι πως κυριαρχεί αυτή η κατάθλιψη, αλλά πως δείχνουμε πως έχουμε συμβιβαστεί με το γκρίζο. Έχουμε συμβιβαστεί σε ένα λήθαργο μιζέριας για το χαμό μιας Ελλάδας που χρεοκόπησε.
Φυσικά και το μέλλον μας δε μπορεί να είναι αυτό. Κάπου ανάμεσα στους φόρους, στις δόσεις και στα δάνεια υπάρχει μία άλλη πραγματικότητα. Μια Ελλάδα που αντιστέκεται, δημιουργεί και πασχίζει να δείξει το δρόμο στην υπόλοιπη κοινωνία. Γιατί με το συμβιβασμό με τον εφιάλτη της ανεργίας, δεν πέτυχε κανείς. Το ζήτημα είναι οι νέοι άνθρωποι σήμερα, να μην το βάλουν κάτω. Να μην τα «βάψουν μαύρα» από τις κλειστές πόρτες αλλά αντίθετα να δημιουργήσουν οι ίδιοι το δικό τους δρόμο, επιχειρώντας.
Πρόσφατα, είχα την τύχη να βρεθώ σε μία συνάντηση με συνομηλίκους μου σχετικά με την επιχειρηματικότητα. Πραγματικά γνώρισα ανθρώπους που είχαν τη δύναμη να αγνοήσουν τα εμπόδια και με τη δουλειά τους κέρδισαν όχι μόνο το ελληνικό κοινό αλλά και πολλών χωρών του κόσμου. Είχαν τη δύναμη να εμπνεύσουν. Δεν είναι λίγο πράγμα άλλωστε να εμπιστεύονται στη δουλειά σου τα χρήματα τους, επενδυτές από τις μεγαλύτερες χώρες ή να σε αποδέχονται διεθνώς ως την καλύτερη στο χώρο της πρωτογενούς παραγωγής επειδή παράγεις σωστά. Αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν, που είναι περισσότεροι από όσους φαντάζεστε, αποτελούν την αντανάκλαση της δύναμης που διαθέτουμε όλοι μέσα μας και πρέπει να απελευθερώσουμε, ώστε η χώρα να γυρίσει σελίδα. Τύχη, λοιπόν έχουν αυτοί που τολμούν στα δύσκολα.
Στην ανέξοδη λοιπόν πολιτική και το λαϊκισμό, πρέπει να αντιπαρατάξουμε τις προτάσεις και τις πράξεις. Απελευθέρωση της αγοράς, δημιουργία κέντρων επιχειρηματικότητας στα Πανεπιστήμια, ζώνες καινοτομίας, κυψέλες νέων επιχειρήσεων και πόσες άλλες ιδέες μπορούν να γεννηθούν όταν κληθούν να δώσουν λύσεις εκείνοι που πρέπει. Όλοι εμείς. Εμείς που σήμερα πληρώνουμε τις «ημέρες ευημερίας» εκείνων που έζησαν καλά αλλά τώρα υπάρχει ανάγκη να βγούμε μπροστά. Για να αλλάξουμε τους όρους με τους οποίους γίνεται η συζήτηση για το Αύριο. Κι’αν στην επιχειρηματικότητα τα αποτελέσματα είναι άμεσα μετρήσιμα, η πρόκληση γίνεται μεγαλύτερη στην κοινωνία και την πολιτική.
Εκεί που διαμορφώνεται το μέλλον όλων μας και που σήμερα είναι περισσότερο αναγκαίο από ποτέ, να βγουν μπροστά νέοι άνθρωποι που διαθέτουν μία διαφορετική οπτική για τα πράγματα. Με όρεξη για προσφορά και κυρίως διάθεση για αλλαγή και ρήξη με τις νοοτροπίες του Χθες που μας χρεοκόπησαν. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να λέμε σε μερικά χρόνια πως σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων ως κοινωνία. Γιατί πρέπει να καταλάβουμε επιτέλους πως η ζωή δε μας χρωστάει τίποτα. Αν δε μας αρέσει αυτό που ζούμε, αρκεί να σηκωθούμε από τους καναπέδες και να το αλλάξουμε.
*Άρθρο μου στον Αγγελιοφόρο