Θα πάρουμε τη δόση, δε θα πάρουμε τη δόση. Θα μας τη δώσουν ολόκληρη, θα μας τη δώσουν τμηματικά. Πόσες τέτοιες υποθέσεις παρακολουθήσαμε στη δημόσια συζήτηση; Επί τρεις και πλέον μήνες μαδούσαμε μια μαργαρίτα βυθίζοντας στην απόγνωση και την μιζέρια τους πολίτες. Και τώρα που ευτυχώς τα βρήκαν Ε.Ε. και ΔΝΤ τα προβλήματα μας λύθηκαν οριστικά;
Δυστυχώς όσο δεν αλλάζουμε νοοτροπία θα συνεχίσουμε να ζούμε στη μιζέρια μας. Όσο εξαντλούμαστε στο μοιρολόι μιας Ελλάδας που χάσαμε, μιας Ελλάδας που καλώς μας αποχαιρετά, δεν πρόκειται να βγούμε από τον εθνικό μας μικρόκοσμο.
Όμως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Είναι η καταλληλότερη στιγμή να επιστρέψουμε στο ρόλο που μας ορίζει η Δημοκρατία. Να γίνουμε ουσιαστικά ενεργοί πολίτες και να δημιουργήσουμε τις δικές μας πόρτες στα αδιέξοδα της κρίσης. Ναι, η ανεργία έχει χτυπήσει κόκκινο αλλά ως πότε θα κλαίμε για τα λουκέτα των καταστημάτων ή για τις κομμένες θέσεις στο Δημόσιο; Αφού δεν το κάναμε χθες, τώρα, και όχι αύριο πρέπει να ξεμπερδέψουμε μία και καλή με το «όνειρο» για βόλεμα στο Δημόσιο και τις λοιπές κρατικιστικές λογικές. Και αν αυτό για τους μεγαλύτερους είναι δύσκολο, τότε για τη δική μου γενιά πρέπει να είναι συνειδητή επιλογή. Πρέπει να διεκδικήσουμε τις ευκαιρίες μας μέσα σε ένα περιβάλλον που πλέον απαιτεί σκληρή προσπάθεια και δουλειά.
Αν δε μπορούμε να τα καταφέρουμε μέσα στο υπάρχον εργασιακό περιβάλλον, τότε είμαστε αναγκασμένοι να δημιουργήσουμε εμείς κάτι καλύτερο. Όσο και αν κάποιοι βολεύονται να αποκαλούν τη νέα γενιά ως χαμένη γενιά, αυτή δεν πρέπει να αρκεστεί με τίποτα λιγότερο από το «γενιά της ελπίδας». Αυτή που θα βγει μπροστά και θα τολμήσει να επενδύσει στις ιδέες της.
Κι’ όταν αναφέρομαι σε επενδύσεις, δε μιλάω απόλυτως οικονομικά. Δεν είναι ζήτημα χρημάτων πάντα η ανάπτυξη ή τουλάχιστον τόσο πολλών όσο φαντάζονται κάποιοι. Πόσο θα μπορούσε άλλωστε να κοστίσει μία ανακαίνιση ενός εγκαταλελειμένου κρατικού κτιρίου, όπως το κτίριο του ΙΚΑ στην Πειραιώς ή το παλιό Εφετείο στη Σωκράτους, μπροστά στην υπεραξία που αυτό θα δώσει στην ελληνική αγορά αν το παραχωρήσουμε σε νέους επιχειρηματίες, προκειμένου να στεγάσουν εκεί δωρεάν ή με μικρό αντίτιμο τις start up επιχειρήσεις τους; Σας διαβεβαιώ τίποτα. Το ανταποδωτικό κέρδος όμως, θα είναι τεράστιο. Θα καταφέρουμε λοιπόν, να δημιουργήσουμε μία μεγάλη παραγωγική κυψέλη στο κέντρο της Αθήνας, μέσα στην οποία πάρα πολλές επιχειρηματικές ιδέες θα μπορέσουν να εξελιχθούν.
Και αυτό είναι μόνο μία από τις 40 προτάσεις που παρουσιάσαμε πριν λίγες μέρες μέσω της πρωτοβουλίας «επιχειρώ αλλιώς». Η ίδια λογική μπορεί να επεκταθεί ακόμη και στα Πανεπιστήμια, με τη μετεξέλιξη των γραφείων διασύνδεσης σε κέντρα επιχειρηματικότητας, όπου φοιτητές θα παρουσιάζουν τις ιδέες τους, θα καθοδηγούνται από μέντορες και θα συναντούν επενδυτές προκειμένου να τις κάνουν πράξη. Έτσι θα σπάσουμε τα σημερινά στεγανά και θα πετύχουμε πραγματικά τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά, εξασφαλίζοντας οφέλη και για τα ίδια τα πανεπιστήμια.
Γιατί σήμερα, στην Ελλάδα της ύφεσης, υπάρχουν νέοι άνθρωποι που διαπρέπουν, επειδή πολύ απλά βρήκαν το θάρρος να διεκδικήσουν τις ευκαιρίες τους και να βγουν στην παραγωγή. Από σαλιγκάρια μέχρι ψηφιακές εφαρμογές κινητών. Αυτών το παράδειγμα πρέπει να ακολουθήσουμε και να “ξεκουνήσουμε” από τους καναπέδες της κλάψας. Την πολυθρύλητη ανάπτυξη, που όλοι περιμένουν σήμερα ως μάννα εξ ουρανού, μπορούμε να τη φέρουμε μόνοι μας. Χωρίς να περιμένουμε κανένα κράτος πατερούλη να μας βοηθήσει, αρκεί βεβαίως να μη μας βάζει και εμπόδια.
Το μάδημα της μαργαρίτας λοιπόν, δε μπορεί να μας πάει πουθενά. Η αλλαγή θέλει τόλμη, αποφασιστικότητα και πολιτικές με γωνίες. Θέλει τις ιδέες μας, την ιδιωτική πρωτοβουλία αρωγό και βασικό όχημα μία τελείως διαφορετική κουλτούρα, για να κερδίσουμε πίσω το μέλλον μας.
* Άρθρο μου στην Καθημερινή